marehist.gr
Ενεργοποιήστε την Javascript για να συνεχίσετε!

Αφιέρωμα: Οι Φάροι του Ιονίου

Οι φάροι των Ιονίων νήσων
Έκθεση φωτογραφικού και αρχειακού υλικού

Τμήμα Ιστορίας-Ιονιο Πανεπιστήμιο 2008
(Επιμέλεια έκθεσης: Νίκος Μπένος-Πάλμερ, Ευδοκία Ολυμπίτου, Τζελίνα Χαρλαύτη)



Ταξίδια στην Χώρα των Φάρων

Νίκος Μπένος-Πάλμερ

Ταξίδεψα σε όλους τους φάρους στην Ελλάδα τα τελευταία είκοσι χρόνια. Η περιέργεια και η αναζήτηση γνώσης με ώθησε να τους επισκεφτώ με κάθε μεταφορικό μέσο. Η προσωπική μου επαφή με την θάλασσα, η διαρκής επιθυμία να ταξιδεύω πάνω σε αυτή, ήταν τα επιφανειακά αίτια για να ασχοληθώ και να γνωρίσω τους φάρους. Η βαθύτερη είναι, μάλλον, η έλξη και η γοητεία του συμβόλου και η επιθυμία μου να διαβάσω την θάλασσα των ανθρώπων.
Έλξη για τους φάρους εκείνους που εσώκλειαν ανθρώπινη παρουσία, ανθρώπινη αγωνία, ανθρώπινη μοναξία, ελευθερία και καθήκον. Οι φάροι αυτοί που εκτός από φως την νύχτα ακτινοβολούν ψυχή...
Φάροι τοποθετημένοι σε ενεργά σημεία, στις κορυφές ξηράς προς την θάλασσα, στέκουν αγέρωχοι και υπερήφανοι, ακόμα και αυτοί που πλέον ως ερείπια φαντάζουν. Ταξίδεψα στην Χώρα των Φάρων και γνώρισα την Ελλάδα.
Η θάλασσα αρχέγονη και συνεχής, το ελληνικό κράτος νεότερο με όρια. Στις ελληνικές θάλασσες η ναυσιπλοϊα ήταν ο πρωταρχικός τρόπος μεταφορών κιαι επικοινωνίας. Όμως οι φάροι χρειάζονται ειρήνη και σταθερότητα για να υπάρξουν.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα βρέθηκαν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο αυτές οι συνθήκες και άρχισαν οι θάλασσες σιγά σιγά να φωτίζονται. Εκατό χρόνια αργότερα, ο θεμελιωτής του ελληνικού φαρικού δικτύου, ο Στυλιανός Λυκούδης, χαριτολογώντας αναφέρεται ότι χαρακτήρισε τα ελληνικά παράλια σαν έναν τεράστιο πολυέλαιο! Όμως στον Β' Παγκόσμιο πόλεμο έγιναν στόχοι αεροπλάνων με αποτέλεσμα να καταστραφεί το φαρικό δίκτυο και να απομείνει σχεδόν το 10% σε λειτουργία. Στην συνέχεια το δίκτυο ανασυγκροτήθηκε και εφαρμόστηκαν νέες τεχνολογίες για τα οπτικά συστήματα. Σε άλλους τα σημάδια είναι εμφανή, και σε άλλους όχι γιατί επλήγησαν τα οπτικά συστήματα που αργότερα αποκαταστάθηκαν.
Όταν ταξιδεύεις νύκτα στη θάλασσα, τότε καταλαβαίνεις τη σημασία μπορεί να έχει ένα φωτάκι μίλια μακριά. Είναι η παρηγοριά στο ζοφερό σκότος, είναι η συντροφία στην απεραντοσύνη της θάλασσας, είναι η προστασία και η καθοδήγηση. Ο φάρος αναβοσβήνει δηλώνοντας την ταυτότητά του και συγχρόνως ανοιγοκλείνει το μάτι του προσωπικά για τον καθένα που τον κοιτά. Αναβοσβήνει ο φάρος λες και επιμένει να θυμίζει την αέναη πάλη του ανθρώπου με την θάλασσα, να θυμίζει την αυθεντικότητα των δυσκολιών του ταξιδιού, την υπενθύμιση του ορόσημου.
Ένα ταξίδι-μια γνωριμία-για τον καθένα μας ξεχωριστά.


Ταξιδεύοντας στο Ιόνιο

Τζελίνα Χαρλαύτη

Τ Ιόνια υπήρξε ανέκαθεν εκείνη η θάλασσα όπου η Ανατολή ακουμπούσε την Δύση. Από το Ιόνιο πέλαγος περνά η νοητή γραμμή που ξεκινά από την Βενετία και ακουμπά τις ακτές της Αφρικής χωρίζοντας την Μεσόγειο σε δυτική και ανατολική. Στην ανατολική Μεσόγειο, τη θάλασσα του Λεβάντε όπως την αποκαλούσαν για αιώνες οι Δυτικοί, ανήκει το Ιόνιο πέλαγος, το Αιγαίο, το Κρητικό και Λιβυκό πέλαγος. Στην δυτική Μεσόγειο ανήκει η Αδριατική και όλες οι θάλασσες της Μεσογείου μέχρι της Ηράκλειες στήλες των αρχαίων, τη "Ζιμπεράλτα" των ναυτικών, το Γιβραλτάρ όπως το ξέρουμε σήμερα. Το Ιόνιο πέλαγος που θεωρείτο τμήμα του Golfo di Venezia, η φυσική επέκταση της Αδριατικής που ξεχύνονταν προς τον Κορινθιακό, αποτεςλούσε την κύρια ρότα προς Ανατολή και Δύση της θαλασσοκράτειρας και "νύφης" της Μεσογείου, της Βενετίας.
Χωρίς τους φάρους τα πλοία ταξίδευαν για αιώνες στο Ιόνιο μόνο όταν είχε φεγγάρι. Η όψη της στεριάς είναι άλλη όταν την θωρεί κανείς από το πέλαγος. Συρρικνώνονται οι ορεινοί όγκοι, και αποκτούν και αποκτούν και αυτοί το μπλε της θάλασσας και του ουρανού, χαμηλώνουν οι ακτές χάνονται τα λιμάνια μέσα σε ένα πλατύ δυσδιάκριτο ορίζοντα, χωρίς προοπτική.
Τη νύχτα στο απέραντο επίπεδο σκούρο ο μόνος τρόπος ναυσιπλοϊας και προσανατολισμού είναι τα φανάρια που αναβοσβήνουν όχι μόνο να θυμίζουν τους κινδύνους αλλά κυρίως να λειτυοργούν ως σήματα υγρών δρόμων. Η Αδριατική τελειώνει στα στενά του Οτράντο και ο ναυτικός ακολουθώντας την ηπειρωτική ακτογραμμή, μπαίνει στο Ιόνιο, ένα πέλαγος που είναι πολύ βαθύ αμέσως μόλις απομακρυνθεί κανείς από τις ακτές. Προστατευμένο το σκάφος από την αλυσίδα των νησιών, ακολουθεί τον δρόμο προς τον Νότο ανάμεσα στην Κέρκυρα, τους Παξούς, τη Λευκάδα και τη Ζάκυνθο δυτικά, και τις ηπειρωτικές ακτές με τη σιερά των λιμένων: Βουθρωτό, Ηγουμενίτσα, Σύβοτα, Πάργα, Πρέβεζα, Αστακός στα ανατολικά. Εκει, μετά το στενό της Ιθάκης και τις Εχινάδες, χωρίζονται οι δρόμοι της θάλασσας στα δύο. Ο ένας κατευθύνεται στον Πατραϊκό και τον Κορινθιακό και ο δεύτερος παραπλέει τις Πελοποννησιακές ακτές στον Δίαυλο της Ζακύνθου, κατευθυνόμενος προς το Αιγαίο.
Συνεχίζοντας νότια στην πελύση ο ναυτκός φτάνει στην Κεφαλλονιά. Το πρώτο λιμάνι που αντικρύζει κανείς στην Κεφαλλονιά είναι το Φισκάρδο και από κει συνεχίζει ο δρόμος για τη Λευκάδα. Η στεριά φαίνεται ίδια από τη θάλασσα και η Λευκάδα είναι κολλημένη σχεδόν στην στεριά. Από τα στενά της Λευκάδας μέχρι τον Πατραϊκό κόλπο τα νερά είναι γεμάτα νησάκια, το Μεγανήσι, τον Κάλαμο, τις Εχινάδες νήσους και το κυριώτερο λιμάνι της περιοχής, από όπου διακινούνται τα προϊόντα της ενδοχώρας, ο Αστακός. Από τον Αστακό και τις Εχινάδες οι δρόμοι είναι δύο: ένας μπαίνει στον Πατραϊκό και ο άλλος συνεχίζει νότια στις δυτικές ακτές της Πελοποννήσου.
Και συνεχίζοντας τον δρόμο παραπλέοντας τις πελοποννησιακές ακτές, μπορεί να σταματήσει στο μικρό νησί των Στροφάδων , όπου παλαιότερα έπαιρναν νερό πριν μπουν στο άνυδρο Αιγαίο. Από τα "Στρουφάδια" το επόμενο λιμάνι είναι το Ναυαρίνο. Στο νοτιοδυτικό άκρο της Πελποννήσου έστεκαν τα φρούρια της Μεθώνης και της Κορώνης απέναντι από το νησί Σαπιέντζα. Η Σαπιέντζα είναι η δυτικότερη και μεγαλύτερη νησίδα της συστάδας των Οινουσσών, περιβάλλεται από μεγάλα βάθη και χωρίζεται από την Πελοπόννησο με το στενό της Μεθώνης. Σε απόσταση 33 ναυτικών μιλίων δυτικά της συστάδας των Οινουσσών βρίσκεται το βύθισμα Βαβύλωφ με βάθος 5.121 μέτρα που είναι το μεγαλύτερο της Μεσογείου, καθώς και το φρέαρ των Οινουσσών, υποθαλάσσια τάφρος που εκτείνεται 68 ναυτικά μίλια δυτικά του ακρωτηρίου Ταίναρο με μέγιστο βάθος 5.090 μέτρα.
Ο δρόμος για το Αιγαίο περνάει αναγκαστικά από τρία στενά που αντιστοιχούν σε τρεις κατευθύνσεις¨η πρώτη περνάει ανάμεσα στην Ελαφόνησο, ανοιχτά του όρμου της Νεάπολης και των Κυθήρων και καβατζάρει τον Κάβο Μαλέα για να μπει στο Μυρτώο πέλαγος. ο δεύτερος, πιο νότια περνάει από το Στενό των Κυθήρων, ανάμεσα σε Κύθηρα και Αντικύθηρα με τη συστάδα από τις νησίδες και οδηγεί στο Νότιο Αιγαίο με πλώρη προς τη Μήλο και ο τρίτος περνάει το στενό των Αντικυθήρων, ανάμεσα στα Αντικύθηρα και την Κρήτη και κατευθύνεται προς το Κρητικό πέλαγος.


Φάροι και Φαροφύλακες στο Ιόνιο

Ευδοκία Ολυμπίτου

Η ίδρυση, η λειτουργία και η τεχνολογία των φάρων συνδέεται με την ιδιαίτερη γεωγραφία, την ιστορία και την ναυτιλία του ιόνιου χώρου. Οι ανάγκες ναυσιπλοϊας σδτα νερά του Ιονίου επέβαλαν, από τις αρχές του 19ου αιώνα, την ανάπτυξη ενός οργανωμένου δικτύου φάρων που θα προστάτευε όσους έπλεαν στα στενά του περάσματα, σε περιοχές με επικίνδυνες ξέρες και αόρατους υφάλους, που οδηγούσε όσους κατευθύνονταν στα λιμάνια των νησιών. Αξιοποιλωντας τόσο την συσσωρευμένη ναυτική τεχνογνωσία και εμπειρία, το πυκνό φαρικό δίκτυο του 19ου αιώνα φωτίζει σημεία δύσκολα και πολυσύχναστα, που κάνουν τις θαλάσσιες περιοχές πιο οικείες και ασφαλείς, ιδιαίτερα την νύχτα, ενώ υποδεικνύει τις συνηθέστερες ρότες των πλοίων.
Οι 23 λιθόκτιστοι φάροι του Ιονίου συγκροτούν μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα ενότητα διότι παραπέμπουν στην αρχή λειτουργίας ενός νεώτερου φαρικού δικτύου στις ελληνικές θάλασσες. Παλαιότερος όλων ο φάρος που δεσπόζει στο φρούριο της Κέρκυρας, κατασκευασμένος το 1822, από Άγγλους μηχανικούς. Μέχρι το τέλος της ίδιας δεκαετίας θα λειτυοργήσουν επτά ακόμη φάροι στην νησίδα Περιστέρες της Κέρκυρα(1828), στους Βαρδιάνους και του Αγίους Θεοδώρους της Κεφαλλονιάς (1824, 1828), στην Λάκκα και στον Γάιο Παξών (1825) και τις Στροφάδες (1829). Θα ακολουθήσουν η Ζάκυνθος (1832), η Ιθάκη (1848), τα Κύθηρα (1853, 1857) και η Λευκάδα (1861).
Σήμερα η λιθόκτιστοι ελληνικοί φάροι βρίσκονται σε παρακμή καθώς η πρόοδος της τεχνολογίας τους έχει ουσιαστικά ξεπεράσει. Αποτελούν ωστόσο, μοναδικά μνημεία της αρχιτεκτονικής μας κληρονομιάς αλλά και σημαντικά κατάλοιπα της βιομηχανικής ιστορίας του 19ου και των αρχών του 20ού αιώνα.

Οι φάροι των Ιονίων νήσων - Έκθεση φωτογραφικού και αρχειακού υλικού