Ενεργοποιήστε την Javascript για να συνεχίσετε!
ΔραστηριότητεςΜικρά Αγγλία Μια φουρτουνιασμένη θάλασσα… έτσι ξεκινάει η ταινία. Τα αγριεμένα κύματα της καθρεφτίζουν μια θυελλώδη ερωτική ιστορία, αλλά και την ιστορία των Ελλήνων ναυτικών στις αρχές του 20ου αιώνα με φόντο την Άνδρο ή αλλιώς τη Μικρά Αγγλία, όπως ονομαζόταν το νησί τον καιρό των καραβοκυραίων και εφοπλιστάδων.
Ένα μυστικό, ένας άνδρας, δύο αδερφές και όλα αυτά γύρω από μια νοσταλγική αθωότητα με τις εκπληκτικές εικόνες του Νειμποριού, της Αγίας Θαλασσινής, αλλά και των βυσσινοχώραφων της Άνδρου. Μια Άνδρος άρρηκτα δεμένη με τη θάλασσα, με τα κύματα. Και τους Ανδριώτες, γενιές ολόκληρες, να τους διαβρώνει η αλμύρα της θάλασσας σαν τα βράχια στο Κόρθι.Και κάπου εκεί οι άνδρες ναυτικοί, απόντες και όχι παρόντες από τις στιγμές, από τη ζωή. Μια γυναίκα, και μάνα και πατέρας, μεγαλώνει μόνη τα κορίτσια της, διαφεντεύει το σπίτι της και τις παντρεύει με καπεταναίους με οποιοδήποτε κόστος. Η Μόσχα και η Όρσα και ο Μαλταμπές δεμένοι γύρω από «εικοσιτέσσερις λεπτές κυπαρισσοσανίδες που ρήμαξαν ζωές». Είκοσι χρόνια γύρω από τη ζωή μιας οικογένειας, γύρω από τις ατέλειωτες γυναικείες συζητήσεις, από τα μοναχικά βράδια, από την παράλληλη ζωή των ναυτικών σε δυο ηπείρους, σε δύο οικογένειες. Και αυτό το σκουριασμένο και θαλασσοδαρμένο κουταλάκι πόσο αντικατοπτρίζει τα θαλασσοδαρμένα όνειρα ενός νησιού που για γενιές ολόκληρες τα θρέφει η αλμύρα. Στο πίσω φόντο δευτερεύοντες ρόλοι, δευτερεύουσες ειδικότητες ο μαρκόνης, ο καραβομάγειρας, αφανείς ήρωες ίδιοι με τον αφανή ναύτη που δεσπόζει στη Χώρα στην πλατεία της Ρίβας με το δισάκι του στον ώμο να χαιρετάει το νησί έτοιμος να μπαρκάρει. Και οι γυναίκες πίσω σαν τη νεαρή Κατερίνα τη χήρα να κεντάνε στο πανί όχι απλώς τα ναυάγια των πλοίων αλλά την ίδια τη ναυαγισμένη τους ζωή. Και η εφοπλίστρια - καπετάνισσα, χήρα και αυτή να γυρνάει από σπίτι σε σπίτι να μεταφέρει τα μαντάτα, σαν να κρατάει ένα τσουβάλι με κεφάλια ανταρτών, θυμίζοντάς μας «Τα παιδιά της Χελιδόνας». Πόσα σαπιοκάραβα, πόσες ψυχές χαμένες, πόσες σπαρακτικές κραυγές «Σπύρο αγάπη μου…» Μια εξαιρετική, ρεαλιστική απεικόνιση μιας κοινωνίας, ενός νησιού ολόκληρου! Ο Παντελής Βούλγαρης σεβόμενος το ομώνυμο βιβλίο της Ιωάννας Καρυστιάνη πλέκοντας το γαϊτανάκι των ηρώων του μας ταξιδεύει στη ζωή των ναυτικών στις αρχές του 20ου αιώνα, συνυφασμένη με τη ναυτική ιστορία του τόπου μας υπενθυμίζοντάς μας γιατί η Ελλάδα πέτυχε να αναδειχτεί σε κραταιά ναυτική δύναμη παγκοσμίου βεληνεκούς. Ανάμεσά τους η Άνδρος, ξεχώρισε από την αρχή ως ελληνικός ναυτότοπος καθώς διέθετε πλοία, ναυτικούς, ασφαλιστικές επιχειρήσεις, εμπόρους-τραπεζίτες, προμηθευτές, ενώ γειτόνευε με το μεγαλύτερο τότε ναυτιλιακό κέντρο της χώρας τη Σύρο. Γρήγορα αναδείχτηκε ως κοιτίδα Ελλήνων εφοπλιστών κατά τον 20ο αιώνα, κυρίως εξαιτίας της εγκατάστασης και ευημερίας Ανδριωτών στο Δούναβη με κύριους εκπροσώπους την οικογένεια Εμπειρίκου. Οι Εμπειρίκοι ήταν μεγαλέμποροι σιτηρών, οι οποίοι ναύλωναν τα ιστιοφόρα τους στη ρότα Μαύρης Θάλασσας-βόρειας Ευρώπης, ενώ συνέβαλαν καθοριστικά στη μετάβαση από τα ιστιοφόρα στα ατμόπλοια. Το πρώτο ανδριώτικο ατμόπλοιο ήταν το «Σκαραμαγκάς», 948 τόνων, που αγόρασε ο Βασίλειος Εμπειρίκος το 1882, για να ανοίξει το 1896 ο Σταμάτιος Εμπειρίκος το πρώτο ανδριώτικο ναυτιλιακό γραφείο στο Λονδίνο. Το 1904 οι Ανδριώτες εφοπλιστές κατείχαν 31.908 τόνους ενώ δέκα χρόνια αργότερα ο αριθμός τους έφτασε τα εξήντα με συνολική χωρητικότητα 113.000 τόνους. Το πρώτο μάλιστα μισό του 20ου αιώνα το 20% του ελληνόκτητου στόλου ατμοπλοίων ανήκε σε Ανδριώτες. Και κάπου εκεί στην αντίπερα όχθη οι γυναίκες των ναυτικών, μια ιδιαίτερη κατηγορία γυναικών. Θαλασσοδαρμένες και αυτές να περιμένουν την πολυπόθητη επιστροφή. Μια επιστροφή που εκείνη την εποχή μπορεί και να άγγιζε την δεκαετία ή να μη συνέβαινε ποτέ. Έτσι στο θηλυκό μικρόκοσμό τους πιο ανεξάρτητες και προοδευτικές, συγκριτικά με τις γυναίκες της ηπειρωτικής Ελλάδας, να μεγαλώνουν τα παιδιά τους, να διαφεντεύουν το σπιτικό τους, να αγωνίζονται για την επιβίωση και να περιμένουν… Μόνη επαφή τα γράμματα, για τις γέννες, για τις αρρώστιες, για τους θανάτους. Η απόσταση, η θάλασσα να υψώνεται σαν ένα διάφανο τοίχο και να χωρίζει δύο κόσμους. Τζιώτη Λασκαρώ, εκπαιδευτικός, ερευνήτρια. ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ |