(Πηγή: Αρχείο Εθνοφυλακής Σπετσών, 1868, Γ.Α.Κ./Τ.Α.Σ., Σπέτσες. Αρχείο Κούτση, Οικία Χρήστου Κούτση, Σπέτσες. Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, Ναυτιλαικές επιχειρήσεις, διεθνη δίκτυα και θεσμοί στην σπετσιώτικη εμπορική ναυτιλία, 1830-1870. Οργάνωση διοίκηση και στρατηγική, Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Ιόνιο Πανεπιστήμιο/Τμήμα Ιστορίας, 2010) "/>
marehist.gr
Ενεργοποιήστε την Javascript για να συνεχίσετε!

Ναυτικοί

Η σπετσιώτικη ναυτιλία αναπτύχθηκε εν μέρει λόγω της πρόσβασης της σε έμπιστο και έμπειρο ανθρώπινο δυναμικό από τον ναυτότοπο από τον οποίο προερχόταν. Η ιστορική πορεία του νησιού στην ναυτιλία λειτούργησε ως "τράπεζα" ναυτικών γνώσεων και βασική επαγγελματική σταδιοδρομία των νέων μελών της κοινότητας. Οι ναυτιλιακές επιχειρήσεις του ναυτότοπου των Σπετσών επανδρώνονταν τόσο στις ανώτερες βαθμίδες όσο και στις κατώτερες βαθμίδες των εργαζομένων στα πλοία μέσω των οικογενειακών και ευρύτερων συγγενικών και κοινωνικών δικτύων που προϋπήρχαν στην κοινότητα του νησιού. Η κοινή καταγωγή και ο κοινωνικός έλεγχος που ασκούνταν μέσω των σχέσεων αυτών ενίσχυαν την εμπιστοσύνη και την συνεργασία μεταξύ καπετάνιου και πληρώματος.

(Πηγή: Αρχείο Εθνοφυλακής Σπετσών, 1868, Γ.Α.Κ./Τ.Α.Σ., Σπέτσες. Αρχείο Κούτση, Οικία Χρήστου Κούτση, Σπέτσες. Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου, Ναυτιλαικές επιχειρήσεις, διεθνη δίκτυα και θεσμοί στην σπετσιώτικη εμπορική ναυτιλία, 1830-1870. Οργάνωση διοίκηση και στρατηγική, Αδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Ιόνιο Πανεπιστήμιο/Τμήμα Ιστορίας, 2010)



Εικόνα 1. Οικογένεια ναυτικών των Σπετσών του 19ου αιώνα.

Η δημιουργία ήδη από τον 18ο αιώνα ενός ανεπτυγμένου ανθρώπινου δυναμικού που απασχολούνταν στην ναυτιλία αποτέλεσε την βάση την ακμής της σπετσιώτικης ναυτιλίας και παράλληλα στηρίζονταν σε αυτή. Η προέλευση της πλειοψηφίας της ναυτικής εργασίας, των μελών του ανώτερου και κατώτερου πληρώματος των σπετσιώτικων πλοίων, από την τοπική κοινότητα αρχικά υπαγορεύονταν από την στενότητα της αγοράς ναυτικής εργασίας, από το αυξημένο κόστος αλλά και από την κοινωνική οργάνωση της ναυτιλίας του νησιού κατά την προεπαναστατική περίοδο. Ήδη τον 18ο αιώνα, στην σπετσιώτικη ναυτιλία ίσχυε το σύστημα των συντροφοναυτών, το οποίο βασίζονταν στην οργάνωση της ναυτικής εργασίας με πατερναλιστικούς όρους παρά στο πλαίσιο της αυστηρής ιεραρχίας που επικρατούσε την ίδια περίοδο στην Δυτική Ευρώπη. Το σύστημα των συντροφοναυτών επέτρεπε στα μέλη του πληρώματος ανεξαρτήτως θέσης να αμοίβονται συμμετέχοντας στα κέρδη των ναυτιλιακών επιχειρήσεων παρά σε προσυμφωνημένο μισθό. Αυτός ο τύπος οργάνωσης συνέδεε την κερδοφορία της επιχείρησης με τις απολαβές των ναυτικών της γεγονός που ενίσχυε την ταύτιση των συμφερόντων μεταξύ της τάξης των πλοιοκτητών και των πληρωμάτων.
Η αυξημένη κερδοφορία των ναυτιλιακών επιχειρήσεων στην περίοδο 1780-1820 μετέτρεψε την ναυτιλία σε πόλο έλξης ανθρώπινου δυναμικού αλλά και σε βασικό μέσο κοινωνικής ανέλιξης. Οι αυξημένες οικονομκές απόδοσεις των μελών των πληρωμάτων τους επέτρεπε να συγκεντρώνουν κεφάλαια τα οποία μπορούσαν να διαθέσουν στην αγορά ενός πλοίου. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των πλοιοκτητών της μετεπαναστατικής περιόδου, η πλειοψηφία των οποίων προήλθε από τις τάξεις των πληρωμάτων του σπετσιώτικου επαναστατικού στόλου.
Ο ρόλος της ναυτιλίας ως κύρια πηγή απασχόλησης αποδεικνύεται από την αναλογία των απασχολούμενων στην ναυτιλία με σχέση με το σύνολο του πληθυσμού των Σπετσών, όπως εμφανίζεται στο αρχείο της εθνοφυλακής του νησιού του 1868. Από το σύνολο των 3470 ενεργών αρρένων που καταγράφεται, το 66,4%, δηλαδή τα 2304 άτομα απασχολούνται στο ανώτερο ή κατώτερο πλήρωμα των σπετσιώτικων πλοίων. Από τα 2304 άτομα, το 81,6% απασχολούνται ως ναύτες ενώ ένα επίσης σημαντικό ποσοστό της τάξης του 18,4% εργάζονται ως πλοίαρχοι ή κυβερνήτες. Στα πλοία του σπετσιώτικου στόλου απασχολούνταν άτομα ηλικίας 18 έως 50 ετών, ενώ συνήθως είχε προηγηθεί ένα διάστημα εκπαίδευσης των νέων ναυτικών με την υπηρεσία στην τάξη των ναυτοπαίδων. Παράλληλα, η ναυτική εργασία φαίνεται να αποτελούσε τον βασικό χώρο απορρόφησης του νεαρού ενεργού πληθυσμού, αφού συγκεντρώνει το 60% των 1587 ατόμων ηλίκιας από 18 έως 30 ετών και το 50% των 1238 ατόμων ηλικίας από 31 έως 43 ετών.
Παρά την υιοθέτηση και επικράτηση του μισθού ως τύπου αμοιβής των σπετσιώτικων πληρωμάτων, η αγορά ενός πλοίου και η ίδρυση μιας ναυτιλιακής επιχείρησης εξακολουθούσε να αποτελεί πρωτίστως πηγή απρρόφησης των μελών του ευρύτερου οικογενειακού και κοινωνικού δικτύου του πλοιοκτήτη ή των πλοιοκτητών, ο οποίος ταυτόχρονα εξασφάλιζε φθηνά και έμπιστα πληρώματα. Το 1868, ο Γεώργιος Κούτσης απόγονος και επικεφαλής του ναυτιλιακού οίκου Κούτση, τον δεύτερο σημαντικότερο σε πλοιοκτησία την περίοδο 1830-1870 αναφέρει σε μια επιστολή του σημασία της απασχόλησης μελών του συγγενικού του δικτύου στην διάσωση του πλοίου του "Θεολόγος": "Σας λέγω εν τιμή κυρ. ότι το ήμισυ του πληρώματος του Θεολόγου ήσαν συγγενείς μου και ότι αν εσώθη το πλοίον ένεκα της ικανότητος του πλοιάρχου και των ήμισυ του πληρώματος εσώθη"
Όπως είναι εμφανές στο παραπάνω απόσπασμα, οι σπετσιώτες πλοιοκτήτες απέδιδαν μεγάλη σημασία στις οικογενειακές και συγγενικές σχέσεις ως κριτήριο επιλογής των πληρωμάτων τους. Η επιρροή των κοινωνικών σχέσεων, της φήμης και της εμπιστοσύνης που πήγαζαν από αυτές αποτελούσαν ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην ασφάλεια των ταξιδιών και την απόδοσηςκαι απόδοση των ναυτιλιακών επιχειρήσεων, όπως αποδεικνύτεαι και από την επιτυχη πορεία του σπετσιώτικου στόλου έως το τέλος του 19ου αιώνα.