marehist.gr
Ενεργοποιήστε την Javascript για να συνεχίσετε!

Συνοπτική Ιστορία

Σύρος: Συνοπτική Ιστορία


Η Ερμούπολη που δημιουργήθηκε στην παραλία της Σύρου κατά τη διάρκεια της Επανάστασης ήταν η μεγαλύτερη προσφυγική πόλη και εξελίχθηκε σε μία από τις σημαντικότερες πόλεις του νεοσύστατου ελληνικού βασιλείου. Οι καταστροφές των Κυδωνιών (1821), της Χίου (1822) και των Ψαρών υπήρξαν οι βασικές αιτίες που οδήγησαν χιλιάδες αμάχων να εγκατασταθούν στην παραλία του νησιού. Ο πληθυσμός που συγκεντρώθηκε στην παράλια ζώνη της Σύρου κατά την εμπόλεμη περίοδο (1821-1828) εκτιμάται ότι ξεπερνούσε τις 20.000 ανθρώπους, αν και η πρώτη απογραφή του 1828 αποκάλυψε 13.805 κατοίκους στην Ερμούπολη και 6.392 για το υπόλοιπο νησί (Άνω Σύρος και Χωριά). Επομένως, η πλειοψηφία του οικισμού αποτελείτο κυρίως από Κυδωνιείς, Μοσχονησιώτες, Χίους, Σμυρνιούς και Ψαριανούς. Κοντολογίς από πληθυσμούς του Ανατολικού Αιγαίου και των Μικρασιατικών ακτών. Το οικονομικό-κοινωνικό, πολιτισμικό υπόβαθρο αυτών των πληθυσμών θα αποτελέσει καθοριστικό παράγοντα στη διαμόρφωση του χαρακτήρα της νέας πόλης και θα σηματοδοτήσει τη θέση της στην ανατολική Μεσόγειο για τα επόμενα χρόνια.
Η Ερμούπολη στα μέσα του 19ου αιώνα, την περίοδο της ακμής της, είναι μία πόλη που μόλις αγγίζει τις 20.000 κατοίκους. Ως πόλη-λιμάνι, ήταν ένα διαμετακομιστικό κέντρο μεταξύ ανατολικής Μεσογείου, Μαύρης Θάλασσας και δυτικής Ευρώπης. Παράλληλα, από πολύ νωρίς, στο λιμάνι αναπτύχθηκαν πολλοί κλάδοι της ναυτιλιακής βιομηχανίας και συγκροτήθηκαν οι παράγοντες, που την κατέστησαν το μεγάλο ναυτιλιακό και ναυπηγικό κέντρο του Αιγαίου και της ανατολικής Μεσογείου.
Η γεωγραφική τοποθεσία, όπου συγκροτήθηκε και εξελίχθηκε η Ερμούπολη, αποτελεί μία ιδιαιτερότητα και έναν αναχρονισμό σε σχέση με το ευρύτερο περιβάλλον των πόλεων-λιμανιών της Μεσογείου. Παρά το γεγονός ότι αρχικά η εμπορική ναυτιλία του Αιγαίου και του Ιονίου χτίστηκε σε νησιωτικές οικονομίες (Ύδρα, Σπέτσες, Κεφαλονιά), οι προσδοκίες μακροπρόθεσμης διατήρησης της ακμής ενός νησιωτικού οικονομικού κέντρου στις ραγδαίες δομικές αλλαγές της οικονομίας του 19ου αιώνα και τις τάσεις συγκεντρωτισμού των εθνικών κρατών, όπως το ελληνικό βασίλειο, φαινόταν ανέφικτες. Επομένως, η νησιωτική θέση της Ερμούπολης αποτελούσε μία εγγενή αδυναμία και έθετε τα όρια και τους περιορισμούς της χωρικής και πληθυσμιακής επέκτασης της, όσο και της δυνατότητας προσαρμογής στα νέα δεδομένα που έφερνε η δεύτερη βιομηχανική επανάσταση, με την ανάπτυξη των χερσαίων μεταφορών (σιδηρόδρομος) και των νέων τεχνολογιών (ατμόπλοιο, τηλέγραφος), που καθιστούσαν άχρηστη τη διαμεσολάβηση.
Ωστόσο, πρέπει να σημειωθεί, ότι τελικά η Ερμούπολη επέδειξε αρκετή ανθεκτικότητα και προσαρμοστικότητα στις αλλαγές, χάρη στην προσπάθεια των κεφαλαιούχων της σε νέα επιχειρηματικό εγχείρημα. Έτσι στο β΄ μισό του 19ου αιώνα πραγματοποιήθηκαν επενδύσεις σε ατμοκίνητα εργοστάσια (αλευρόμυλοι, βυρσοδεψεία, υφαντουργείες), ενώ παρέμεινε ένα σημαντικό κέντρο ατμοπλοϊκών συνδέσεων, έδρα ερμουπολιτών εφοπλιστών, όπως των Κασιωτών Ρεθύμνη και Κουλουκουντή, που με την «Ατμοπλοΐα Κάσσου Α. Ε.» θα δώσουν μία τελευταία πνοή στην ήδη παρακμάζουσα ναυτιλία του νησιού στις αρχές του 20ου αιώνα.